ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΥΠΑΡΞΕΙ ΠΟΤΕ
ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΥΠΑΡΞΕΙ ΠΟΤΕ
Φαντασίωση η δήθεν διαχρονική ελληνική
ιστορική πορεία
Το
σημερινό κρατίδιο της Ρωμιοσύνης
βαυκαλίζεται να ονομάζεται Ελλάδα,
αλλά Ελλάδα δεν έχει υπάρξει ποτέ,
οι δε σλαβο-τουρκο-αρβανιτο-βλάχικης
κ.λπ.
καταγωγής υπήκοοί του, ψευδωνύμως φέρουν το
όνομα έλληνες.
Λόγω
των πολέμων, των επιδημιών κ.ά., οι έλληνες σαν φυλή είχαν αρχίσει ήδη
να εκλείπουν από την ελληνιστική λεγόμενη εποχή.
Εδώ και πάρα πολλούς
αιώνες δεν υπάρχουν πλέον έλληνες.
Η λέξη έλληνας τον Μεσαίωνα
χρησιμοποιείτο με την έννοια του ειδωλολάτρη κι όχι με κάποια φυλετική ή
εθνική χροιά.
Εθνική
χροιά πήρε η λέξη μόλις τους τελευταίους δύο αιώνες με την άνοδο των
εθνικισμών στα απομεινάρια της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Κατά
την οθωμανική περίοδο, δεν υπήρχαν έλληνες ή/και Ελλάδα.
Υπήρχε η
οθωμανική αυτοκρατορία και οι ρωμιοί, οι χριστιανοί δηλαδή, υπήκοοί της.
Αν πάμε πιο πίσω, την βυζαντινή περίοδο, πάλι δεν
υφίσταντο έλληνες και Ελλάδα.
Υπήρχε η ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία
και οι πολλών και διαφόρων φυλών υπήκοοί της.
Αν πάμε ακόμα
πιο πίσω, θα διαπιστώσουμε, ότι και στην αρχαία εποχή δεν υπήρχε ενιαία
Ελλάδα.
Στον ελλαδικό χώρο κατά καιρούς έζησαν διάφοροι λαοί σε
διάφορες χρονικές περιόδους π.χ. μινωίτες, μυκηναίοι, μακεδόνες κ.λπ.,
τους οποίους στις μέρες μας θεωρούμε όλους έλληνες.
Ακόμα
και κατά την κλασική περίοδο δεν υπήρχε Ελλάδα.
Στον ελλαδικό χώρο
υπήρχαν πόλεις ̶ κράτη, που συνεχώς αλληλοσπαράζονταν μεταξύ τους.
Μπορεί κάποιοι από αυτούς να είχαν συνείδηση, ότι ήταν έλληνες, δεν
είχαν κανένα πρόβλημα όμως, να συμμαχήσουν με τους πέρσες, προκειμένου
να κατατροπώσουν κάποια άλλη ανταγωνιστική τους ελληνική πόλη.
Αυτό το
έκαναν συνεχώς και όλοι (Αθήνα, Σπάρτη, Θήβα κ.ά.).
Το ίδιο
γινόταν και σε προσωπικό επίπεδο. Πολλές κορυφαίες πολιτικές και
στρατιωτικές προσωπικότητες του αρχαίου κόσμου, που επιπλέον
διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο σε μάχες εναντίον των περσών (π.χ.
Θεμιστοκλής κ.ά.) άλλαζαν στρατόπεδο.
Πήγαιναν στην Αυλή του πέρση
βασιλιά, που τους καλοδεχόταν και τους ανέθετε σημαντικά πολιτικά και
στρατιωτικά αξιώματα. Ύστερα, χωρίς καθόλου τύψεις, πολεμούσαν στο
πλευρό των περσών εναντίον των ελλήνων.
Χιλιάδες
έλληνες εξ άλλου, απλοί οπλίτες, ναύτες, αλλά και στρατηγοί υπηρετούσαν
στον περσικό στρατό κατά τη διάρκεια των Μηδικών.
Όλοι αυτοί πολέμησαν
εναντίον των άλλων ελλήνων του ελλαδικού χώρου.
Οι
σύγχρονοι ρωμιοί ιστορικοί εκπλήσσονται, όταν περιγράφουν τις πάμπολλες
περιπτώσεις συμμαχιών ελλήνων─περσών εναντίον ελλήνων και χρησιμοποιούν
φράσεις, όπως ανήκουστο, θλιβερό κ.λπ..
Παρουσιάζουν δε το φαινόμενο σαν
ένα «σαράκι», «χαρακτηριστικό της φυλής μας», που δήθεν τρώει την
Ελλάδα, δεν την αφήνει να μεγαλουργήσει και άλλα τέτοια φληναφήματα.
Όλα
αυτά είναι φαντασιώσεις, που πηγάζουν από το μυθολόγημα της δήθεν
ιστορικής συνέχειας της Ελλάδας στο χώρο και στο χρόνο.
Αν αντιληφθούμε,
ότι Ελλάδα δεν έχει υπάρξει ποτέ, ότι είναι ένα ιδεολόγημα, το οποίο
υφίσταται μόνο στα μυαλά μας, μόνο τότε θα μπορέσουμε να προσεγγίσουμε
καλύτερα την ιστορική αλήθεια και να εξηγήσουμε όλα αυτά τα φαινόμενα.
Στο
παρακάτω άρθρο περιγράφονται δειγματοληπτικά χαρακτηριστικές ιστορικές
στιγμές, κατά τις οποίες έλληνες, για το συμφέρον της πόλης─κράτους τους
ή ακόμα και για προσωπικό όφελος, συμμάχησαν με τους πέρσες και
πολέμησαν εναντίον των άλλων ελλήνων.
Ιωνικές πόλεις
Στην
εκστρατεία του Δαρείου το 513 π.Χ. ήταν απίστευτη η κίνηση και η
δραστηριότητα, που δημιουργήθηκε στα ιωνικά λιμάνια, όπου υπήρχαν οι
πόροι, οι οποίοι θα εξασφάλιζαν την επιτυχία της.
Βοήθησαν τον Μεγάλο
Βασιλιά όχι μόνο οι τύραννοι, που έλπιζαν σε αμοιβές και αξιώματα, αλλά
και ο απλός λαός, γιατί τα ιωνικά εκείνα λιμάνια ήταν τόσο συνδεδεμένα
με τον Πόντο, ώστε ο εμπορικός τους βίος θα ήταν αδύνατος χωρίς τη
συνεχή επικοινωνία με τις υπερβόρειες αγορές. Η συμμετοχή των ιώνων στην
εκστρατεία αυτή ήταν καθολική και συμπαρέσυρε κι άλλες ελληνικές
πόλεις.
Οι ίωνες τύραννοι αποτέλεσαν το πολεμικό συμβούλιο
του Μεγάλου Βασιλιά, ολόκληρη δε η ελληνική ανάπτυξη τέθηκε στην
υπηρεσία του Δαρείου.
Με
τη στάση αυτή, οι ελληνικές πόλεις της Ιωνίας έδωσαν στο Δαρείο τα
μέσα ενίσχυσης και απειλής κατά των άλλων ελληνικών πόλεων του κυρίως
ελλαδικού χώρου.
Συνεπαρμένοι από το εμπορικό τους δαιμόνιο οι ιωνικές
πόλεις έβλεπαν αδιάφορα την περσική διείσδυση στην ευρωπαϊκή Ελλάδα,
πολλές από αυτές δε, δεν απέκρυπταν καν την ευχαρίστησή τους. Οι
σάμιοι είχαν ανοικτούς λογαριασμούς με τους εμπόρους των δωρικών
αποικιών, γνώριζαν δε καλά, ότι οι πρώτες καταστροφές θα έπλητταν τις
αποικίες των μεγαρέων, τη Χαλκηδόνα και το Βυζάντιο.
Έτσι,
οι πρώτες ελληνικές πόλεις της ευρωπαϊκής Ελλάδας παραδόθηκαν στους
πέρσες από έλληνες. Ο δε αρχηγός των σαμίων μηχανικών, ο Μανδροκλής,
κατασκεύασε την περίφημη γέφυρα επί του Βοσπόρου, από την οποία πέρασαν
τα στρατεύματα του δεσπότη της Ασίας.
Μιλτιάδης
Ο
αθηναίος Μιλτιάδης ήταν τύραννος της Θρακικής Χερσονήσου. Με ισχυρό
μισθοφορικό σώμα κυρίως αθηναίων, συμμάχησε με τον Δαρείο το 512 π.Χ.
και εκστράτευσε μαζί του κατά των σκυθών μαζί με το στόλο των ελλήνων
της Ιωνίας.
Έφτασαν μέχρι τον Ίστρο ποταμό (Δούναβη), όπου οι έλληνες
κατασκεύασαν γέφυρα, από την οποία τα στρατεύματα του Δαρείου εισέβαλαν
στην πέρα του Δούναβη χώρα των σκυθών.
Ιστιαίος
Αντί
οι πέρσες να υποτάξουν τους σκύθες όμως, αφνιδιάστηκαν. Υπέστησαν
μεγάλες ζημιές και ταλαιπωρίες. Τότε, οι σκύθες πρότειναν να καταστραφεί
η γέφυρα, οπότε θα επερχόταν έτσι ο όλεθρος της περσικής στρατιάς.
Την
πρόταση απέρριψαν οι έλληνες άρχοντες της Ιωνίας, κυρίως ο τύραννος της
Μιλήτου, Ιστιαίος, του οποίου η γνώμη επικράτησε κι έτσι μπόρεσε να
επιστρέψει ο Δαρείος, που αλλιώς θα κατασφαζόταν και πολύ πιθανόν η
Περσία, λόγω του συγκεντρωτικού της συστήματος θα κατέρρεε.
Ως
αμοιβή του ο Ιστιαίος δέχθηκε δώρα, που ούτε ο ίδιος θα έλπιζε. Του
παραχωρήθηκε η Μύρκινος, δίπλα στο Στρυμόνα, όπου υπήρχαν χρυσωρυχεία
και αργυρωρυχεία, ανεξάντλητη πηγή ξυλείας και ακτές με λιμάνια.
Αποχωρώντας
ο Δαρείος στην Ασία άφησε στην Ευρώπη ισχυρή δύναμη υπό το στρατηγό
Μεγάβαζο. Όλα τα ελληνικά φύλα από τη Θράκη μέχρι το Στρυμόνα προσέφεραν
γη και ύδωρ στον πέρση βασιλιά και αναγνώρισαν την κυριαρχία του.
Ιππίας
Όταν
ο Ιππίας διώχθηκε από την Αθήνα, πήγε στη Σπάρτη, αλλά απέτυχε εντελώς
στην προσπάθειά του να επιστρέψει στην εξουσία στην Αθήνα με τη βοήθεια
των σπαρτιατών (506 π.Χ.).
Κατόπιν, προσέφυγε στον αδελφό του Δαρείου
Αρταφέρνη, σατράπη των Σάρδεων, και ζήτησε τη βοήθειά του για κατάληψη
της Αθήνας, στην οποία προσδοκούσε να επανέλθει ως σατράπης, υποσχόμενος
να υποτάξει τους αθηναίους υπό τον Μεγάλο Βασιλιά.
Εν τω μεταξύ, οι ίδιοι οι αθηναίοι έστειλαν πρέσβεις στον Αρταφέρνη και ζήτησαν τη βοήθειά του εναντίον των σπαρτιατών.
Ο
Ιππίας, κάτοχος όλων των μυστικών και των αδυναμιών της πατρίδας του,
τόνισε στους πέρσες, ότι οι κυριότερες ελληνικές πόλεις βρίσκονταν σε
εχθρότητα μεταξύ τους. Η Αθήνα καταπολεμούσε τη Σπάρτη, η Θήβα κι η
Αίγινα την Αθήνα κ.τ.λ..
Το σχέδιό του ήταν να ναυπηγηθούν πολλά
ιππαγωγά πλοία, προκειμένου να μεταφερθεί πολύ ιππικό, ώστε να βρεθεί σε
μειονεκτική θέση το πεζικό της Αθήνας.
Με τις υποδείξεις
του Ιππία ο περσικός στόλος κατέλαβε τη Θάσο άνευ κόπου και τα πλοία
μεταφέρθηκαν στα Άβδηρα, λόγω της επίκαιρης θέσης της πόλης, η οποία
δεσπόζει του βορείου Αιγαίου. Την πλήρη κάρπωση και εκμετάλλευση της
περιοχής, πλούσιας όχι μόνο σε δημητριακά και ζωοτροφές γενικά, αλλά και
σε μετάλλευμα, υπέδειξε και πάλι ο Ιππίας.
Έμπιστοι του
Μεγάλου Βασιλιά συνοδευόμενοι από οπαδούς του Ιππία περιδιάβαιναν
ελληνικές πόλεις και νησιά. Όλα σχεδόν τα νησιά του Αιγαίου καλοδέχτηκαν
τους πέρσες.Ο Ιππίας ήταν αυτός, που υπέδειξε στους πέρσες να αποβιβασθούν στον Μαραθώνα κι από εκεί να επιδιώξουν την άλωση της Αθήνας.
Αρισταγόρας
Ο
τύραννος της Μιλήτου Αρισταγόρας, όχι μόνο δέχθηκε την παράκληση των
αριστοκρατών για κατάληψη της Νάξου από τους πέρσες, αλλά πήγε
αυτοπροσώπως στον Αρταφέρνη και παρουσίασε ως μοναδική την ευκαιρία της
περσικής επικράτησης, αν ο σατράπης των Σάρδεων του παρείχε περί τα
εκατό πλοία και την «ηθική» υποστήριξη.
Ο Αρταφέρνης
αναφέρθηκε αμέσως στα Σούσα και εξέθεσε τα σχέδιά του. Η περσική αυλή
αντί των ζητηθέντων εκατό πλοίων, διέταξε να διατεθούν τα διπλάσια.
Έτσι, κατά την άνοιξη του 499 π.Χ., εξέπλευσε ο στόλος των διακοσίων
πλοίων υπό την αρχηγία του πέρση ναύαρχου Μεγάβαζου και του Αρισταγόρα.
Έφεσος
Κατά
την ιωνική επανάσταση (499-493 π.Χ.), όταν οι αθηναίοι κατέπλευσαν στην
Έφεσο, αποκρούστηκαν από λυδούς και πέρσες κι αναγκάστηκαν να τραπούν
προς τη θάλασσα. Κατά την υποχώρηση, οι εφέσιοι βοήθησαν τους πέρσες, οι
οποίοι πλευροκόπησαν το ελληνικό στράτευμα. Επακολούθησε ήττα των
αθηναίων και επιστροφή τους στην Αθήνα.
Αίγινα
Εξαιρετικά
ενδιαφέρουσες είναι οι διαπραγματεύσεις με την Αίγινα, η οποία κατείχε
σπουδαία επίκαιρη θέση απέναντι από την Αθήνα και μια περσική βάση εκεί
θα συνέβαλε πολύ στους περσικούς κατακτητικούς σκοπούς. Η Αίγινα, όπως
άλλωστε και η Θήβα, πρόλαβε τους πρέσβεις των περσών. Πριν φτάσουν οι
πέρσες πρέσβεις στο νησί, πρεσβεία της Αίγινας πήγε στα Σούσα και
ζητούσε βοήθεια κατά της Αθήνας και των συμμάχων της, Πλαταιών και
Κορίνθου.
Καταστροφή Ερέτριας
Κατά την πολιορκία
της Ερέτριας από τους πέρσες, κατάσκοποι των περσών υποσχέθηκαν στους
ηγέτες του αριστοκρατικού κόμματος, ότι θα παρέδιδαν στο κόμμα τους την
εξουσία. Έτσι, οι πρόκριτοι του κόμματος των ευπατριδών άνοιξαν κρυφά τη
νύκτα τις πύλες της πόλης κι επέτρεψαν την είσοδο των πολιορκητών.
Μάλιστα, σκότωσαν ύπουλα όλους τους φρουρούς. Η σφαγή υπήρξε ανηλεής, η
πυρπόληση τρομακτική και ο εξανδραποδισμός απάνθρωπος. Δεν έμεινε τίποτε
στην κυριευθείσα πόλη.
Αλευάδες
Οι Αλευάδες,
θεσσαλικός αριστοκρατικός ηγεμονικός οίκος, οι οποίοι διατείνονταν, ότι
κατάγονταν απʼ ευθείας από τον Ηρακλή, προκαταβολικά και αυθόρμητα
έστειλαν πρέσβεις στα Σούσα και προσφέρθηκαν να βοηθήσουν για την
καθυπόταξη των ελληνικών πόλεων. Η δελεαστική αυτή προσφορά κατέθελξε
τον Ξέρξη, που θα κατακτούσε με αυτό τον τρόπο αμαχητί μεγάλο μέρος της
Ελλάδας.
Μαντείο των Δελφών
Οι
ιερείς των Δελφών, του «Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης» της αρχαίας
Ελλάδας, είχαν συνδέσει τις τύχες τους με τους θησαυρούς των Δελφών,
τους οποίους δεν ήθελαν να εγκαταλείψουν.
Προφανώς, είχαν συνεννοηθεί με
τον Ξέρξη κι αυτό το αποδεικνύουν οι διφορούμενοι και ηττοπαθείς
χρησμοί, που έδιναν στους αθηναίους και τους άλλους έλληνες,
σκορπίζοντας το δηλητήριο της αποθάρρυνσης, αλλά κυρίως το γεγονός, ότι
οι πέρσες δεν έθιξαν τους Δελφούς.
Ο Τίμων από τους
Δελφούς, σημαίνων παράγων στο Μαντείο, αλλά έμπιστος του Θεμιστοκλή,
επιχείρησε κάτι το πρωτάκουστο.
Πριν από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας,
συνέλαβε καθʼ οδόν τους απεσταλμένους στο Μαντείο, που επέστρεφαν στην
Αθήνα, και λογόκρινε τον ύπουλο χρησμό, που έστελνε το ιερατείο, με τον
οποίο πρόβλεπε την καταστροφή της Αθήνας, ώστε να αποκαρδιώσει τους
─θεοσεβούμενους και προληπτικούς─ αθηναίους Κατόπιν,
ανάγκασε τους απεσταλμένους να επιστρέψουν στους Δελφούς και με απειλές
απαίτησε νέο χρησμό από την Πυθία.
Η Πυθία μεταπείστηκε ή μάλλον
προσποιήθηκε, ότι μεταπείστηκε και εξέδωσε νέο χρησμό. Ούτε αυτός όμως
έλεγε καθαρά να πολεμήσουν τους πέρσες, αλλά περιλάμβανε διφορούμενες κι
ακατανόητες λέξεις. Κάπου συμβούλευε για άμυνα στο «ξύλινο τείχος» και
δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι αναφερόταν στο ξύλινο τείχος της Ακρόπολης.
Ο
πολυμήχανος Θεμιστοκλής όμως, βρήκε τρόπο να «ερμηνεύσει» το χρησμό
εκμεταλλευόμενος τη δεισιδαιμονία των αθηναίων πείθοντάς τους, ότι η
θεϊκή παραίνεση δεν εννοούσε τα ξύλινα τείχη, αλλά τα ξύλινα καράβια.
Έτσι, ο δωδεκαθεϊσμός και το θρησκευτικό ιερατείο, παρά τη θέλησή τους
βέβαια, τέθηκαν στην υπηρεσία της πολιτικής του Θεμιστοκλή.
Καταστροφή Φωκίδας πλην Μαντείου Δελφών
Όταν
η στρατιά των περσών πέρασε τα στενά της Υάμπολης και της Ελάτειας και
εισέλαυνε στη φωκική χώρα, οι φωκείς πήραν όσο μέρος της κινητής τους
περιουσίας μπορούσαν και κατέφυγαν στις βραχώδεις κορυφές και στα
απρόσιτα άντρα του Παρνασσού. Αλλά οι θεσσαλοί προσφέρθηκαν ως οδηγοί
των περσών κι έτσι λεηλατήθηκε και καταστράφηκε όλη η περιοχή παρά τον
Κηφισό. Μοίρα της πολεμικής στρατιάς πήγε στους Δελφούς.
Το
Μαντείο όμως, παρέμεινε περιέργως άθικτο, όπως και οι τεράστιοι
θησαυροί του. Η μόνη πραγματική διαφώτιση του «μυστηρίου», δηλαδή του
σεβασμού από μέρους των περσών, είναι, ότι το περσικό στρατηγείο έλαβε
δρακόντεια μέτρα, προκειμένου να αποτραπεί η παραμικρή ενόχληση των
ιερέων και των περιουσιών του ιερού.
Εννοείται,
ότι το ιερατείο κατόπιν διέδωσε, ότι με κεραυνούς ο Δίας έδιωξε τους
πέρσες και οι άλλοι θεοί κατακρήμνισαν ολόκληρους βράχους από τα γύρω
όρη εναντίον των περσών, που τράπηκαν σε φυγή προ του φαινομένου κι έτσι
σώθηκαν τα ιερά και το μαντείο.
Έλληνες ναυτικοί στον περσικό στόλο
Στον
περσικό στόλο υπηρετούσαν πολλοί έλληνες πεπειραμένοι ναυτικοί.
Είναι
χαρακτηριστική η ιδέα του Θεμιστοκλή να γράψει όπου μπορούσε σε διάφορα
σημεία προτροπές προς τους έλληνες, που υπηρετούσαν στα περσικά καράβια.
Τους συνιστούσε να εγκαταλείψουν τους πέρσες ή να μην πολεμούν με πίστη
και θέληση στο πλευρό τους. Με αυτό επιχειρούσε ή να εμποδίσει τους
έλληνες να πολεμούν με ενδιαφέρον υπέρ των περσών ή να τους καταστήσει
ύποπτους στους πέρσες και συνεπώς άχρηστους σε αυτούς ως πολεμιστές.
Αλέξανδρος Αʼ
Ο
Μαρδόνιος, μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, διαχείμασε στη Θεσσαλία.
Κατάρτισε πρεσβείες και προσπάθησε να προσεταιρισθεί διάφορες ελληνικές
πόλεις, ιδίως δε ελληνικά ιερά. Εκτός από ικανός στρατιωτικός ήταν και
διπλωμάτης. Είχε πολύτιμο όργανο τον βασιλιά της Μακεδονίας Αλέξανδρο
Α΄, ο οποίος απολάμβανε εξαιρετικών προνομίων αυτονομίας έναντι
καταβαλλόμενων φόρων και παρεχόμενης στρατιωτικής βοήθειας.
Ο Αλέξανδρος
είχε βοηθήσει τον Ξέρξη εξασφαλίζοντάς του την ακίνδυνη διέλευση των
στρατευμάτων του από τον Ελλήσποντο μέχρι τη Θεσσαλία. Ο Μαρδόνιος
χρησιμοποίησε τον Αλέξανδρο ως πρέσβη, προκειμένου να προσεγγίσει τους
αθηναίους.
Μάχη των Πλαταιών
Κατά
τη μάχη των Πλαταιών, απέναντι των αθηναίων τοποθετήθηκαν από τον
Μαρδόνιο έλληνες σύμμαχοι των περσών (μακεδόνες, θράκες, θηβαίοι κ.ά.),
που υπολογίζονται σε 50.000.
Παυσανίας
Ο
Ξέρξης φεύγοντας από την Ελλάδα είχε αφήσει στον Μαρδόνιο όλη την
αποσκευή του, που περιείχε πολύ χρυσό, ασήμι και ακριβά υφάσματα.
Όταν
μετά τη μάχη των Πλαταιών είδε ο Παυσανίας αυτά τα πλούτη στη σκηνή του
Μαρδόνιου, διέταξε τους μαγείρους του να του ετοιμάσουν ένα δείπνο, όπως
θα το ετοίμαζαν και στον Μαρδόνιο. Βλέποντας το τραπέζι
στρωμένο με το μεγαλοπρεπές δείπνο μέσα στα ασήμια και τα χρυσάφια
διέταξε τους δικούς του, να του ετοιμάσουν ένα λακωνικό δείπνο.
Κάλεσε
τότε τους έλληνες στρατηγούς, να δουν τη μεγάλη διαφορά και
περιφρονώντας τα πλούτη τους είπε γελώντας, ότι ο μήδος έδειξε αφροσύνη,
διότι ενώ είχε τόσο πλούσια δίαιτα, ήρθε να αφαιρέσει αυτή την ταπεινή
τροφή. Η με έντονη συναισθηματική φόρτιση αυτή στιγμή, που
περιγράφεται από τον Ηρόδοτο, είναι προφανώς, για εσωτερική κατανάλωση.
Ο
Παυσανίας στην πραγματικότητα θαμπώθηκε από τα ασιατικά πλούτη. Μετά
την κατάληψη του Βυζαντίου, αφού διευκόλυνε την απόδραση των εκεί
αιχμαλωτισθέντων περσών ευγενών, έγραψε προς τον Ξέρξη και του ζήτησε
την κόρη του σε γάμο αναλαμβάνοντας να καταστήσει υποχείριο των περσών
τη Σπάρτη και τις άλλες ελληνικές πόλεις. Ο
Ξέρξης δέχτηκε κι έστειλε στον Παυσανία αντιπρόσωπους για τις σχετικές
διαπραγματεύσεις.
Εν τω μεταξύ όμως, ο Παυσανίας άρχισε να ζει σαν
πέρσης μεγιστάνας, γεγονός, που προκάλεσε τη δυσφορία των συμμάχων. «Καταθέμενος τον πάτριον τρίβωνα», γράφει ο Δούρις ο Σάμιος, «την περσικήν ενεδύετο στολήν». Ανακλήθηκε
από τους έφορους στη Σπάρτη, όπου κλήθηκε σε απολογία. Κατόρθωσε να
αθωωθεί, διότι παρέστησε τις συνεννοήσεις με τον Ξέρξη ως δήθεν με δόλο
για το καλό της Σπάρτης.
Ο Παυσανίας επέστρεψε στη Θράκη,
όπου επιχείρησε πάλι να πραγματοποιήσει τα παλιά του σχέδια. Είχε
κυριευθεί από τέτοια έπαρση, ιστορεί ο Θουκυδίδης, που δεν ανεχόταν πια
τις σπαρτιάτικες συνήθειες στον καθημερινό βίο. Κυκλοφορούσε ντυμένος
περσική στολή με κουστωδία μήδων και αιγυπτίων και συμπεριφερόταν σαν
πέρσης άρχοντας.
Τελικά, ανακλήθηκε και πάλι στη Σπάρτη, όπου μετά από
πολύμηνη δίκη δραπέτευσε και κατέφυγε ικέτης στο ναό της Χαλκιοίκου
Αθηνάς, εντός του οποίου δεν ήταν δυνατή η σύλληψή του, διότι θεωρείτο
ιεροσυλία. Εκεί, αφού σφραγίστηκαν πόρτες και παράθυρα κι αφαιρέθηκε η
στέγη, αφέθηκε να πεθάνει από ασιτία.
Θεμιστοκλής
Ο
Θεμιστοκλής, όταν μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας τα ελληνικά καράβια
είχαν φτάσει μέχρι την Άνδρο κυνηγώντας όσα περσικά είχαν καταφέρει να
διαφύγουν, έστειλε μυστικά με δικό του αγγελιαφόρο μήνυμα στον Ξέρξη,
ότι οι έλληνες σκέφτονται να διαλύσουν τις γέφυρες του Ελλήσποντου κι
ότι εκείνος θα προσπαθούσε να τους εμποδίσει.
Προφανώς, ο Θεμιστοκλής το
έκανε αυτό, για να φανεί, ότι θέλει να εξυπηρετήσει τον Μεγάλο Βασιλιά,
ώστε ενδεχομένως στο μέλλον να μπορεί να προσφύγει σε αυτόν, όπως κι
έγινε.Ο κομματικός αγώνας έφθειρε τον Θεμιστοκλή. Οι
αντίπαλοί του δεν σταματούσαν να τον παρουσιάζουν σαν κοινό τυχοδιώκτη.
Το 470 ή 469 οστρακίστηκε και κατέφυγε στο Άργος.
Κατηγορήθηκε, ότι
συνέπραξε με τον Παυσανία και συνεννοείτο με τον Μεγάλο Βασιλιά. Για να
μην επιστρέψει στην Αθήνα και καταδικασθεί πήγε στα Σούσα, όπου
παρέμεινε επί χρόνια υπό την προστασία του Αρταξέρξη.Εκεί,
φόρεσε τη «βαρβαρική» ενδυμασία και έλαβε από τον πέρση βασιλιά ως δώρο
τη «ευάμπελο» Λάμψακο, για να προμηθεύεται το κράσι του, τη Μαγνησία
για το καθημερινό του ψωμί, τη Μυούντα για τα φαγητά του, την Περκώτη
και την Παλαίσκηψη για τα κρεβατοστρώσια και τα ενδύματά του.
Αλκιβιάδης
Ο
Αλκιβιάδης διέφυγε στη Σπάρτη, όταν καταδικάστηκε στην Αθήνα για
ιεροσυλία.
Στη Σπάρτη, υπηρέτησε ως στρατηγικός σύμβουλος, προτείνοντας
μεγάλες εκστρατείες κατά της Αθήνας. Και στη Σπάρτη, ωστόσο, ο
Αλκιβιάδης απέκτησε ισχυρούς εχθρούς, οπότε αποστάτησε στην Περσία, όπου
υπηρέτησε ως σύμβουλος του Τισσαφέρνη. Κατάφερε και επέστρεψε στην
Αθήνα, όπου υπηρέτησε ως στρατηγός για αρκετά χρόνια.
Πούλημα Μικράς Ασίας
Μόλις
έγιναν γνωστά τα αποτελέσματα της αθηναϊκής εκστρατείας στη Σικελία στα
πλαίσια του πελοποννησιακού πολέμου, ο βασιλιάς της Περσίας Δαρείος ο
Βʼ (γιος του Αρταξέρξη), θεώρησε ως άριστη ευκαιρία να καθυποτάξει και
πάλι τη Μικρά Ασία, γιʼ αυτό απέστειλε στη Σπάρτη πρέσβεις, για να
αναμιχθεί στον προκείμενο μεγάλο αγώνα. Οι σπαρτιάτες, οι οποίοι άλλοτε
δεν είχαν διστάσει να ζητήσουν τη συμμαχία του Αρταξέρξη, που ματαιώθηκε
τότε λόγω του θανάτου του, έσπευσαν τώρα να δεχθούν τις προτάσεις του
Δαρείου Βʼ.
Το
έτος 412 π.Χ. συνομολόγησαν οι πελοποννήσιοι με τον Τισσαφέρνη, σατράπη
Ιωνίας και Καρίας, πληρεξούσιου του πέρση βασιλιά, δυο επανειλημμένες
συνθήκες, με τις οποίες οι μεν σπαρτιάτες αναγνώρισαν την επί των
μικρασιατικών πόλεων οριστική και νόμιμη περσική κυριαρχία, ο δε
Τισσαφέρνης ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλει τον μισθό των πληρωμάτων
του πελοποννησιακού στόλου. Έτσι, από τις εσωτερικές διενέξεις των
ελλήνων έφτασε στο σημείο η Σπάρτη να πουλήσει τη Μικρά Ασία στον πέρση
βασιλιά.
Λύσανδρος
Το Δεκέμβριο του 408 ή τον
Ιανουάριο του 407, έφτασε στα παράλια της Μικράς Ασίας ο νέος ναύαρχος
των λακεδαιμονίων, Λύσανδρος. Αυτός, έπεισε τον Κύρο τον νεότερο, γιο
του Δαρείου, που διαδέχθηκε τον Τισσαφέρνη, όπως τον ημερήσιο μισθό των 3
οβολών των ναυτών του στόλου, τον αυξήσει στους 4 οβολούς. Η έμπνευση
αυτή ήταν πολύ έξυπνη και έπληξε καίρια τις αθηναϊκές δυνάμεις. Διότι οι
αθηναίοι ναύτες, που έπαιρναν μόνο 3 οβολούς, μακάριζαν την τύχη των
αντιπάλων τους.
Πολλοί δε από αυτούς, άρχισαν να αυτομολούν και
προσέρχονταν στις τάξεις των αντιπάλων πωλώντας έτσι την πατρίδα τους
χάρη της διαφοράς του ενός οβολού. Η όλη οικονομική πλευρά
των επιχειρήσεων, η χρηματοδότηση δηλαδή των πελοποννησίων από μέρους
των περσών, αλλά και η φιλοχρηματία των μαχητών, είναι ενδεικτικές του
κλίματος της εποχής και καταρρίπτουν τους μετέπειτα κατασκευασμένους
εθνικούς μύθους, που εξωραΐζουν την αρχαία Ελλάδα.
Δυο
χρόνια μετά, ο Λύσανδρος πήγε στις Σάρδεις, στον Κύρο, από τον οποίο
έλαβε άφθονα χρήματα, με τα οποία κατασκεύασε κι εξόπλισε νέες
τριήρεις.Στη ναυμαχία στους Αιγός Ποταμούς (405 π.Χ.) ο Λύσανδρος με τη βοήθεια του Κύρου κατέλαβε όλο σχεδόν τον αθηναϊκό στόλο.
Κάθοδος των μυρίων
Ο
Κύρος δεν είχε προσφέρει ανιδιοτελώς τα χρήματα στους σπαρτιάτες.
Αμέσως μόλις ο Λύσανδρος, μετά την υποδούλωση της Σάμου, επέστρεψε στη
Σπάρτη με 407 τάλαντα, περισσεύματα της περσικής βοήθειας, ο Κύρος
ζήτησε τη βοήθεια των σπαρτιατών, για να ρίξει από το θρόνο τον αδελφό
του, Αρταξέρξη τον Μνήμονα.
Στον ελλαδικό χώρο υπήρχαν πολλοί, οι οποίοι
λόγω των ταραχών και των πολέμων είχαν μείνει χωρίς δουλειά. Γιʼ αυτό ο
Κύρος εύκολα συνάθροισε 13.000 οπλίτες μισθοφόρους υπό την αρχηγία του
σπαρτιάτη Κλέαρχου, οι οποίοι προσδοκούσαν να αποκτήσουν περιουσία
υπηρετώντας το κίνημά του.
Μερικές δεκαετίες μετά τους μηδικούς πολέμους, οπότε οι «βάρβαροι» αποκρούστηκαν από τους έλληνες, για τη γενναιότητα και την ανδρεία των οποίων και τι δεν έχουμε ακούσει σε σχολικές γιορτές και σε λόγους σύγχρονων ρωμιών πατριωτών, έλληνες οπλίτες, οι «μύριοι»,πολέμησαν στο πλευρό των περσών και υπό τις διαταγές τους.
Ο
Κύρος όμως ηττήθηκε στη μάχη στα Κούναξα το 401 π.Χ. κι ο Τισσαφέρνης
κατέσφαξε τους έλληνες στρατηγούς.
Από τη στιγμή εκείνη, οι έλληνες, που
αποκλήθηκαν «μύριοι» (10.000), έμειναν χωρίς αρχηγούς και υπέφεραν
πολλές στερήσεις μέχρι να καταφέρουν τελικά να επιστρέψουν πίσω. Οι
«μύριοι» όμως, ανέρχονταν ήδη μόνο σε 7.000.
Φαρνάβαζος
Ο
Φαρνάβαζος ήταν πέρσης σατράπης, που διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο κατά
τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, κατά τη διάρκεια του οποίου υποστήριξε τις
σπαρτιατικές επιχειρήσεις, που διεξάγονταν στην περιοχή του Ελλήσποντου.
Το 411 π.Χ., μαζί με τον αρχηγό του στόλου των λακεδαιμονίων Μίνδαρο,
απέσπασε την Κύζικο και άλλες πόλεις του Ελλήσποντου από τους αθηναίους.
Το 410 και το 409 π.Χ. όμως, μετέβαλε πολιτική και
προσέγγισε τους αθηναίους. Περιέθαλψε τον φυγάδα Αλκιβιάδη, τον οποίο
αργότερα φόνευσε κατά προτροπή του Κύρου και του Λύσανδρου. Ναυπήγησε
στόλο και ανέθεσε την αρχηγία του στον Κόνωνα.