ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΣ ΧΑΒΑΣ
ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΣ ΧΑΒΑΣ
Τουρκοανατολίτικη
η προέλευση των μικρασιατικών
λαογραφικών στοιχείων
Περί τής μή ελληνικής καταγωγής των μικρασιατών
διαβάστε στο άρθρο μας:
Για την Τουρκορωμιοσύνη ρε γαμώτο!
Τα
διάφορα κύματα προσφύγων, που έφυγαν από την οθωμανική αυτοκρατορία κι
ήρθαν στην Ελλάδα το 1922-24
(1.200.000 άτομα επί συνόλου πέντε εκατομμυρίων κατοίκων, αρβανιτών κυρίως και βλάχων στην πλειοψηφία τους),
κατά κάποιο τρόπο μας δίνουν μια χαρτογράφηση τού οθωμανικού τρόπου ζωής.
Εκτός από τη βαριά τουρκοανατολί- τικη κουζίνα τους (ιμάμ, χαλβάδες, σερμπέτια κ.λπ.) και την εξ ίσου βαριά τουρκοανατολίτικη μουσική τους (μπουζούκια, μπαγλαμάδες κ.λπ.), έφεραν μαζί τους κι ένα σωρό τουρκοανατολίτικες συνήθειες, νοοτροπίες, αντιλήψεις και συμπεριφορές (αραλίκια, ρουσφέτια, μπαχτσίσια, μάγισσες, χαρτορίχτρες, καφετζούδες κ.λπ.),
τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με την αρχαία Ελλάδα, όπως φαντασιώνονται,
αλλά με την Τουρκία και την Ανατολή.
Αααααμάν τσιφτετέλι,
αμάν αμάν γιαλελέλι...
Τουρκορωμέικα ξεφαντώματα.
A.M.A.N - Tsifteteli From Turkey
Οι πρόσφυγες, δεν προσπάθησαν να επωφεληθούν πολιτισμικά από τη νέα τους πατρίδα, η οποία –παρά την νεοβυζαντινή καθυστέρησή της– ήταν σε ορισμένες περιοχές τουλάχιστον σαφώς πιο δυτικότροπη από την Τουρκία, αλλά σε συνδυασμό με τον έντονο εθνικισμό και το θρησκευτικό φανατισμό τους, ενίσχυσαν τελικά το βυζαντινισμό και τις διάφορες εκφάνσεις του ανατολικισμού στην Ελλάδα και συνέβαλαν τα μέγιστα στη δημιουργία του σημερινού προσώπου τής χρεωκοπημένης ρωμέικης κοινωνίας μας.
Αριστερά: Ρωμιοί πόντιοι κουβαλούν εικόνισμα
Τουρκοανατολίτικες φορεσιές
Οι παραδοσιακές μικρασιάτικες φορεσιές είναι τουρκοανατολίτικης προέλευσης. Μερικές από τις ονομασίες τους: πατσάι ή σλαβάρι (φαρδύ βαμβακερό ως τους αστράγαλους εσώρουχο), ουσλούτς (αμάνικο εφαρμοστό), εσλίτσι σερεφλού ή σελίκ (κοντός επενδύτης), τιζλίκα ή ιγκιλίκ ή πεσκίρ (ποδιά) κ.λπ..
Η ανδρική ποντιακή φορεσιά λέγεται ζίπκα και αποτελείται από το πασλίκ (κεφαλόδεσμο), το γελέκ (γελέκο), το κάμα (μαχαίρι), το τροπολόζ (μεταξωτή ζώνη), το σιλαχλίκ (ζώνη) κ.ά.. Η γυναικεία λέγεται ζουπούνα και αποτελείται από την τάπλα (tepeliki) το σπαρέλ, τον κατιφέ, το λαχόρ, το σαλβάρ κ.ά..
Οι παραδοσιακές ποντιακές στολές
είναι τουρκοανατολίτικης
προέλευσης ακόμα και ως προς
την ονοματολογία τους.
Νεαρά κορίτσια
με παραδοσιακές ποντιακές στολές,
των οποίων η προέλευση χάνεται στα βάθη τής Ασίας
κι όχι στην... αρχαία Ελλάδα.
Το 1994, ύστερα από παρεμβάσεις της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ποντιακών Σωματείων στην κυβέρνηση και στον πρόεδρο τής Δημοκρατίας, με απόφαση τού τελευταίου, συμπεριλήφθηκε στις φορεσιές τής προεδρικής φρουράς τού προεδρικού μεγάρου και η παραδοσιακή ποντιακή ενδυμασία.
Δηλαδή πλάι στην αλβανική και η τούρκικη.
(Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Φουστανέλλα: Μια παραδοσιακή αλβανική φορεσιά).
Φουστανέλλες και ζίπκες
φέρουν τα τιμητικά αγήματα
τού Προέδρου
τής Δημοκρατίας
τής -πιστής
στις αλβανοτουρκικές
παραδόσεις της-
σύγχρονης
Τουρκορωμιοσύνης.
Η λέξη τσολιάς
προέρχεται από την τούρκικη λέξη çul (αραβικό cull), που σημαίνει το
κουρέλι, το παλιόρουχο, εξ ου τσόλι και τσούλι. Η λέξη είχε αποδοθεί
μειωτικά στούς κλέφτες και τούς αρματωλούς, επειδή η φουστανέλα ήταν
ραμμένη από πολλά μικρά κομμάτια υφάσματος. Τσολιάς ήταν δηλαδή αυτός,
που φόραγε τσόλια, κουρέλια, απ΄όπου βγήκε και το θηλυκό του: η τσούλα.
Η λέξη τσαρούχι προέρχεται από το τούρκικο çarik = σανδάλι με πέτσινη σόλα.
Το φέσι προέρχεται
από το τουρκικό fes κι αυτό από την πόλη Fez τού Μαρόκου, μοναδική πηγή
έως τον 19ο αιώνα παραγωγής των παραδοσιακών καπέλων με το ιδιαίτερο
κόκκινο χρώμα. Το 1821 φορούσαν στο κεφάλι ένα μικρό στρογγυλό και κοφτό
κόκκινο φέσι, που γύρω στη βάση του το τύλιγαν με μαντηλοδεσιά. Εμφανής
η τουρκική επίδραση.
Το γιαταγάνι, το πλατύ και κυρτό σπαθί, προέρχεται από το τούρκικο yatagan.
Στα
τούρκικα η λέξη karanfil σημαίνει το λουλούδι γαρίφαλο. Κατά τούς 16ο
και 17ο αιώνες, οι κάνες των τουρκικών όπλων είχαν μεγάλα στόμια σε
σχήμα, που θύμιζαν το μπουμπούκι τού γαρίφαλου. Αυτή είναι η πιθανότερη
προέλευση τής λέξης καριοφίλι (κι όχι από το ιταλικό carlo e figlio, όπως έχει υποστηριχθεί).
çekir
Κεσκέκι
Στους μικρασιάτικους γάμους πρώτα κλεινόταν η συμφωνία, η «ανεγκλαβή» (προκοσύμφωνο), όπου αναγράφονταν με κάθε δυνατή ακρίβεια και λεπτομέρεια όλα τα προικώα είδη. Πρώτα τα εικονίσματα, ύστερα οι «τζόγιες» (κοσμήματα) και τα λοιπά είδη. Η πρώτη επαφή και γνωριμία γινόταν στο σπίτι τής νύφης, δηλαδή στα λεγόμενα «γκιουμουρλούκια» από το τούρκικο γκιορίορουμ=βλέπω, γνωρίζω). |
dalga
Διανομή τού «κεσκέκι» σε όλους τους πιστούς από το σύλλογο «Άγιος Γεώργιος Γκιούλμπαξε».
Η Τουρκο- ρωμιοσύνη αναβιώνει τα έθιμά της.
dâvaci
Οι γάμοι γίνονταν Κυριακή. Την Πέμπτη πήγαινε η νύφη στο λουτρό. Μετά το λούσιμο στηνόταν χορός γύρω από το συντριβάνι τού λουτρού (ο λουτρός ήταν τούρκικος). Πρωτάρχιζε η νύφη με το «σαλμά» (ένα ροζ ή κόκκινο τριγωνικό κεντημένο στο κεφάλι της). Την Πέμπτη επίσης, γινόταν μια άλλη πανηγυρική τελετουργία στο σπίτι τού γαμπρού, το καθάρισμα και το άλεσμα τού σιταριού για το «κεσκέκι», ένα φαγητό τής ανατολίτικης κουζίνας με σιτάρι χοντροκομμένο και κομμάτια κρέας με πολύ λίπος.
duman
Μικρασιάτες ρωμιοί καλοντυμένοι με τα φέσια τους σε γάμο στα Βουρλά (1902).
Σε άλλες περιοχές, όπως στην Καππαδοκία, η νύφη σπάνια
είχε ακάλυπτο
το πρόσωπό της.
Τη μέρα τού γάμου τρώγανε κεσκέκι, καβουρμά και πίνανε ρακή, ενώ στους καλεσμένους μοιράζανε «πλίρες» και «ορτά» (κομμάτια κλωστής για ευχές).
Κεμεντζέδες, νταούλια, ζουρνάδες κ.λπ. κ.λπ.
Παραδοσιακό μικρασιάτικο όργανο είναι ο κεμεντζές. Κεμεντζεντζλήδες λέγονταν οι λυράρηδες, που, αυτοσχεδίαζαν στις παρέες, τα μουχαμπέτια. Άλλοι μουσικοί ήταν οι τουλουμτζήδες, οι νταουλτζήδες, οι ζουρνατζήδες κ.ά.. Όλα είναι τουρκοανατολίτικης προέλευσης με τουρκοανατολίτικα κι όχι ελληνικά ονόματα. |
Τριτοκοσμική εικόνα τής Τουρκο- ρωμιοσύνης:
Σαλεπιτζής
στο κέντρο τής σύγχρονης Αθήνας.
Πυρρίχη, ο χορός τού... γάβρου!
Διάφορα ονόματα μικρασιάτικων χορών: Καρσιλαμάς (από το τούρκικο carsi = αντίκρυ), ζεϊμπέκικος (από τους ζεϊμπέκηδες), τσιφτετέλι (ciftetelli = με διπλή χορδή), χασάπικος (από τους χασάπηδες τής Κωνσταντινούπολης), κοτς, τικ, λετσίνα, σερανίτσα, σαρηκούς, ταμζάρα, αλματσούκ, τιτάρα, ομάλ, λέτση κ.λπ..
Σέρα
(sera) λέγεται ο πιο γνωστός παραδοσιακός ποντιακός χορός. Ονομάζεται
έτσι, επειδή χορευόταν κυρίως κοντά στον ποταμό Σέρα τής Τραπεζούντας.
Είναι οθωμανικός χορός, το τρεμούλιασμα των χορευτών τού οποίου μιμείται
το hapsin, ένα είδος γάβρου, που αφθονεί στη Μαύρη Θάλασσα. Οι ρωμιοί
πόντιοι τον βάφτισαν πολεμικό και τον ονόμασαν «πυρρίχιο» (!)
φαντασιωνόμενοι ευγενείς καταγωγές από την αρχαία Ελλάδα τόσο τού χορού
όσο και των ίδιων...
Τον χόρευαν πίνοντας ρακή (τουρκ. raki), που έπρεπε να είναι γνήσια και δυνατή, γι΄αυτό πολλοί άνδρες ήταν στομαχικοί.
Η πυρρίχη ήταν πολεμικός χορός, που χορεύονταν σε διάφορες θρησκευτικές γιορτές των αρχαίων ελλήνων, όπως στη Σπάρτη κατά τη γιορτή των Διόσκουρων και την Αθήνα κατά τη γιορτή των Μεγάλων και Μικρών Παναθηναίων
και δεν έχει καμμία σχέση με τον τουρκοανατολίτικο χορό Σέρα.
Η
εθνικίζουσα Τουρκορωμιοσύνη μέσα στις αρχαιοελληνικές της φαντα-
σιώσεις, έχει βαφτίσει τον ζεϊμπέκικο, το χορό αυτό, με τον οποίο οι
ζεϊμπέκηδες πολεμιστές μιμούνταν τις κινήσεις των γερακιών,
ως δήθεν ελληνικό χορό και μάλιστα χορό τού Διός!
(βλ. Zeybekvision 2011).
Παραλλαγή τού Σέρα στην Κρήτη είναι ο πεντοζάλης. Πολλές φορές οι βυζαντινοί αυτοκράτορες, όταν ένα μέρος ερήμωνε είτε λόγω λοιμών είτε λόγω πολέμων ή γενοκτονιών, όπως η Κρήτη, το εποικούσαν με άλλους χριστιανικούς λαούς. Γι΄αυτό οι κρητικοί χοροί, αλλά και τα όργανα και οι φορεσιές μοιάζουν πολύ με των ποντίων. Τόσο η Κρήτη όσο κι άλλα νησιά τού Αιγαίου, έχουν εποικισθεί από μικρασιάτες κατά τους βυζαντινούς κυρίως χρόνους. Κριτήριο τής βυζαντινής εξουσίας ήταν οι έποικοι να είναι χριστιανοί.
Κεμεντζεντζλήδες (λυράρηδες)
από την προπολεμική κεντρική Κρήτη.
Οι παραδοσιακές φορεσιές των κρητικών,
καθώς κι άλλων νησιωτών τού Αιγαίου,
τα όργανά τους, οι χοροί τους κ.λπ.
έχουν τουρκοανατολίτικη προέλευση
κι έφτασαν εκεί μέσω εποικισμών
από τη Μικρά Ασία
ή/και απ' ευθείας από την Ανατολή
ντέρτια και νταλκάδες
Σαν βγαίνει ο Χότζας στο τζαμί Μπιρ Αλλάχ Πάνος Κατσιμίχας
Σαν βγαίνει ο Χότζας στο τζαμί,
αργά σαν σουρουπώνει,
κι όταν ακούω Μπιρ Αλλάχ,
το στήθος μου ματώνει...
Η Τουρκορωμιοσύνη
ποτέ δεν πεθαίνει!
Οι
δρόμοι των τραγουδιών αυτών (κλίμακες) δεν έχουν καμμία σχέση με την
αρχαία ελληνική μουσική, αλλά με μουσικές τής Ανατολής, όπως εξ άλλου
μαρτυρούν και τα ονόματά τους: Χιτζάζ (Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι), Ουσάκ(Το βαπόρι απ΄την Περσία), Σαμπάχ (Τα παιδιά τής γειτονιάς σου), Νιαβέντ(Έμαθα, πως είσαι μάγκας) κ.λπ..
Στο τραγούδι τού παραπάνω βίντεο, ο Καζαντζίδης ούτε καν μπήκε στον κόπο να τού αλλάξει στίχους: «Σινανάι γιαβρούμ» τραγούδησε.
Τα ταξίμια (taksim), τα ντέρτια(dert), τα χασάπικα (kasap),
οι σεβντάδες (sevda),
οι νταλκάδες (dalga) κ.λπ. κ.λπ.
στην Ανατολή εχουν τις ρίζες τους κι όχι στην αρχαία Ελλάδα
Γυφτοπούλα στο χαμάμ
κι εγώ πλερώνω ντιρ ταμάμ
όσα όσα τα πλερώνω
να σε γλέπω ντιρ ταμάμ.
Για να μπείς να κάνεις μπάνιο
να μην πέσω κι αποθάνω
τσίμπι ρίμπι για Αλλάχ...
Μες τής πόλης τα στενά μια χανούμισσα γλυκιά
μου΄χει κάψει την καρδιά.
Αχ Καραπιπερίμ, πιπερίμ, πιπερίμ,
έσμερ σεκερίμ, σεκερίμ, σεκερίμ,
άσε πια τα πλούτη και τον Ιμπραήμ...
Σύγχρονη ρεγκίζουσα διασκευή τού Καραπιπερίμ
από ένα μοντέρνο συγκρότημα
τής Τουρκορωμιοσύνης, τούς Locomondo.
Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»:
Η παλιγγενεσία τής... Τουρκίας
Αμάν κουζούμ, αμάν γιαβρούμ...
Γιαλαντζί αμανέ Γιουνανιστάν...
Η ινδική και τούρκικη ...ελληνική μουσική
Ράμπι - ράμπι:
Ο μικρασιάτης,
παληός ρεμπέτης,
Γιάννης Παπαϊωάννου,
θυμάται
τις τούρκικες ρίζες του
κι η σύγχρονη
Τουρκορωμιοσύνη
μερακλώνει.
Ιμάμ Μπαϊλντί: Μοντέρνο τουρκορωμέικο συγκρότημα.
Χαγιάτια και οντάδες
Εσωτερικά και εξωτερικά τα αστικά σπίτια των μικρασιατών ήταν «οθωμανικής» τυπολογίας χωρίς εξώστες, με χαγιάτι (hayat) ή τσαρτάχ, κελλάρι στο ισόγειο και τα υπνοδωμάτια στον επάνω όροφο. Στα πιο πλούσια σπίτια υπήρχαν χαμηλά ντιβάνια (divan) από σανίδες και χωνευτά ντουλάπια (dolap) και μπαούλα για αποθήκευση.
Οντάς (odas) ήταν ο χώρος, που φιλοξενούσαν τους ξένους. Στα φτωχικά σπίτια ο ξένος έμενε σε μια γωνιά τού στάβλου, που λεγόταν σακού ή αχούρ σακισί (ένας κτιστός καναπές, λίγο ψηλότερος από το δάπεδο).
καφενείο στη Θράκη,
που -όπως διαφημίζεται-
κουβαλάει την ανατολίτικη
καραγατσιανή παράδοσή του.
Ακόμα και στις ημέρες μας, απόγονοι μικρασιατών στη βόρεια κυρίως Ελλάδα, βαφτίζουν τα κορίτσια τους με το τουρκοπρεπές... Σουλτάνα.
Μια γνωστή ρωμιά Σουλτάνα.
Η Σουλτάνα Τσανακλίδου.
Η τουρκική γλώσσα
τροφός τής ρωμέικης
Η σημερινή ομιλούμενη γλώσσα στον ελλαδικό χώρο είναι γεμάτη τούρκικες λέξεις, εκφράσεις, ονόματα, τοπωνύμια κ.λπ.. Κι όμως, ελληναράδικες παρεπιστημονικές «ετυμολογήσεις», οι οποίες εμφανίζονται σε κάθε εποχή σαν αυταπόδεικτες αλήθειες, ορισμένες φορές σε ακραίες περιπτώσεις κι ερήμην των γλωσσολογικών ερευνών και κυρίως των γλωσσικών νόμων, υποστηρίζουν ακόμα και το αντίθετο.
Διαβάστε πώς ο Εμμ. Ροΐδης
χλευάζει τούς ελληναράδες
θηρευτές ετυμολογιών
τής εποχής του
στο άρθρο:
Γιόγκα-γιαούρτι-ζευγνύω.
Περισσότερα για τη γλώσσα των μικρασιατών κι ειδικότερα των ποντίων διαβάστε στο άρθρο τής «Ελεύθερης Έρευνας»: Για την Τουρκορωμιοσύνη ρε γαμώτο!
emané
hava
talika
refene
havuz
çuha
ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΣ ΧΑΒΑΣ (β΄ μερος)
Οι τουρκάλες (δεξιά) λένε το φλυτζάνι με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, που γνωρίζουμε στην Ελλάδα.
|
Από μια διαφημιστική καμπάνια
μετά την εισβολή των τούρκων στην Κύπρο,
ο τούρκικος καφές
βαφτίστηκε κι αυτός... ελληνικός.
»Ο ταμπής (<τουρκικό yedek) είναι ο παρασκευαστής των καφέδων, ο ειδικός εκείνος μάστορης, που ψήνει τους καφέδες πίσω απ’ τον μπάγκο των καφενείων. Ο ταμπής δουλεύει όρθιος μπρος στο γεντέκι (τουρκικό yedek) μεταχειρισμένος με μαεστρία τα μπρίκια (<τουρκικό ibrik), τους τσεσβέδες (<τουρκικό cezve) και τα φλιτζάνια (τουρκικό fincan ή filcan). Το κάθε καφεδάκι έχει διαφορετικό καϊμάκι (<τουρκικό kaymak) και ντελβέ (ή τελβέ < τουρκικό telve), ανάλογα με τα γούστα τού κάθε θεριακλή (θεριακή + κατάληξη -λης, με ταυτόχρονη επίδραση του τούρκικου tiryaki)».
σερβιρισμένος σε πολυτελή καφετέρια
τής σύγχρονης Αθήνας.
(Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»:
Για την Τουρκορωμιοσύνη ρε γαμώτο!).
Μάς πνίγουν τα λίπη τής Ρωμιοσύνης! και
Χαλβάς, ταραμάς, γιαλαντζί ντολμάς κ.λπ. κ.λπ..
από μικρασιάτες «απόγονους».
κωνσταντινουπολίτισσες θεονύμφες
Τάδε έφη πνευματικός και πολιτικός ταγός τής σύγχρονης Τουρκορωμιοσύνης.
(Πηγή: Δ. Σταμπούλογλου-Κασωτάκη: «Στο χορό των αναμνήσεων», Αθήνα, 2002).
Η έλευση των μικρασιατών δεν άλλαξε τη βάση της παραδοσιακής θρησκευτικής συμπεριφοράς των υπόλοιπων ρωμιών, την εμπλούτισε όμως, κατά πολύ. Εισάχθηκαν έτσι στους τόπους εγκατάστασης των προσφύγων νέες λατρείες μικρασιατών αγίων (άγιος Παρθένιος από τη Λάμψακο, άγιος Αντίπας από την Πέργαμο κ.λπ.) κι έφτασαν στον ελλαδικό χώρο μια σειρά από θαυματουργές εικόνες, πολλά θαυματουργά τεμάχια πτωμάτων αγίων (λείψανα) κ.λπ. ταλιμπανιές.
Αμάν αμήν. Μια σύγχρονη ρωμέικη μουσική παράσταση, τής οποίας και μόνον ο τίτλος, με δυο λέξεις, περιγράφει χαρακτηριστικότατα τους μικρασιάτες.
[Αμάν από το τούρκικο aman (επιφώνημα), αμήν από το χριστιανικό (εβραϊκό) amen (είθε)].
κατακλύστηκε ο ελλαδικός χώρος
με θαυματουργά εικονίσματα
και πτώματα αγίων, όπως το εικονιζόμενο
τού άγιου Ιωάννη τού Ρώσου.
(Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»:
Το χαριτόβρυτον πτώμα).
εμπλούτισε πρόσφατα το αγιολόγιο
ολόκληρης τής Τουρκορωμιοσύνης
με τη λατρεία μιάς ακόμα αγίας (6 Μαΐου),
τής «γερόντισσας» Σοφίας Χορτοκορίδου
από την Τραπεζούντα,
μιας τρελής καλόγριας,
«ασκήτισσας τής Παναγιάς,
δια Χριστόν σαλής»,
η οποία -μεταξύ των άλλων-
μιλούσε με μια αρκούδα,
ενώ το 1967 είχε χειρουργηθεί
από τον αρχάγγελο Γαβριήλ αυτοπροσώπως.
στην Παναγία Σουμελά στον Πόντο:
Η Τουρκορωμιοσύνη
ακούει με κατάνυξη
τον τούρκο πατριάρχη της
-πρώην έφεδρο αξιωματικό
τού τούρκικου στρατού-
να κηρύττει σε άψογη τουρκική.
Τριτοκοσμικές εικόνες εκτυλίσσονται κάθε δεκαπενταύγουστο στην Παναγία Σουμελά Βερμίου, οπότε -δίκην βαστάζων- η πολιτική ηγεσία τής Τουρκορωμιοσύνης συναγωνίζεται για το ποιος θα πρωτοπαραδώσει τα διαπιστευτήριά του στο ποντιακό λόμπυ κουβαλώντας τη σχετική «θαυματουργή» εικόνα.
Επί δεκαετίες σατιρίζει τούς πάντες ο Βασίλης Τριανταφυλλίδης (Χάρρυ Κλύνν), ουδέποτε όμως, σατίρισε την Εκκλησία, παρά τις τόσες κατά καιρούς ευκαιρίες, που τού έδωσε (σεξουαλικά σκάνδαλα, οικονομικά κ.ά.). Ο πόντιος αυτός πρώην αριστερός, εθνικιστής και χριστιανός γελωτοποιός τής Τουρκορωμιοσύνης, πρόσφατα υπερασπίστηκε με ζήλο τον -επίσης πόντιο- καταδικασθέντα για καταχρήσεις, Παναγιώτη Ψωμιάδη.
στον ντουνιά δεν έχει γίνει...
(Yangin=φωτιά, dünya=κόσμος.)
Οι μικρασιάτες
επιμένουν... τουρκικά!
Δεν είναι τυχαίο, ότι στην χώρα τού εθνικού ήρωα Καραγκιόζη, στη χώρα τού Καραμάν-αλή, τού Καρτζαφέρ κ.λπ., με τα ρουσφέτια, τα αραλίκια, τα μπουζούκια, τους αμανέδες, τα κομπο- λόγια, τους ναργιλέδες κ.ά., τα τούρκικα τηλεοπτικά σήριαλ δίνουν και παίρνουν, αφού έχουν τεράστια επι- τυχία, όπως είχαν και πριν από μερικές δεκαετίες, όταν δεν υπήρχε ακόμα τηλεόραση, οι ταινίες τής Χούλιας.
τούρκικος καφές.
Διαβάστε επίσης στην «Ελεύθερη Έρευνα»:
Ο Καραγκιόζης τής Ρωμιοσύνης κι η Ρωμιοσύνη-καραγκιόζης
Τα κιόσκια τής Τουρκορωμιοσύνης
Το παραπάνω άρθρο αποτελεί μέρος τού αφιερώματος τής «Ελεύθερης Έρευνας» για την πραγματική καταγωγή των σημερινών κατοίκων τού ελλαδικού χώρου. πηγη http://www.freeinquiry.gr
http://epanastatesuneidisis.blogspot.com/
- Ρωμιός < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Ρωμαῖος (πολίτης του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους, του Βυζαντίου), < ελληνιστική κοινή Ῥωμαῖος (πολίτης του Ρωμαϊκού κράτους) < λατινική Romanus, Ῥώμη Roma[1]
Αρβελέρ: Να σταματήσουμε να λέμε ότι είμαστε Έλληνες!
GEORGE SOROS : ΧΡΕΙΑΖΕΣΤΕ
ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΓΙΑ
ΑΝΑΠΤΥΞΗ
theologos vasiliadis
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου